…το ξύλο σ’ αφήνει να τ’ αφουγκραστείς
ν’ ακουμπήσεις τ ‘αυτί σου πάνω του για ν’ ακούσεις
τις ιστορίες που σαν φύλλα ή χρόνια το κατοικούν.
Οι πόροι του-μικρές χαραμάδες ψυχών.
Μάτια και στόματα να προϋπήρχαν
Αν κλείσεις τα μάτια θ’ ακούσεις τους ψιθύρους,
Τις φωνές τους, τις διηγήσεις τους.
Κύματα-κρίματα που διαδέχονται το ένα το άλλο.
Η φύση μιλά, τα πρόσωπα αναπνέουν.
Συνωμοσία-μελωδία που αποκρυπτογράφησε ο καλλιτέχνης,
ζητά όλες μας τις αισθήσεις για ν’ αποκαλυφθεί,
κύρια ν’ ακουστεί η αναπνοή και η μουσική της.
Έννοιες-ιδέες-πρόσωπα-άνθρωποι
Προτάσεις; διάλογοι; συνουσίες;
Ονόματα γραμμένα: Κώστας, Σπύρος, Φώτης, Σοφία, Ελπίδα…
Βροχή-κλάμα σαν ένα μυστικό σκάψαν στην άμμο
για να το κρύψουν. Η άμμος έγινε ξύλο;
Ο ζωγράφος το στιγμάτισε με ίλιγγο αναπόφευκτο
όπως ο κύκλος της ζωής.
(“Η μετεμψύχωση του ξύλου”-σκέψεις για τις “Αλίκτυπες Μορφές” του Κ.Ε. που εκτίθενται αναδρομικά στην έκθεση για τα 15 χρόνια λειτουργίας της Σύγχρονης πινακοθήκης Villa Ροδόπη στο Αργοστόλι).
Το Ανθρώπινο πρόσωπο, σαν έννοια, στα έργα του ζωγράφου Κώστα Ευαγγελάτου, περιέχει και αυτοπροσδιορίζεται από το σύμπαν του Λόγου. Του Λόγου που έχει μιαν ιδιαιτερότητα: που δεν πρόκειται ποτέ να γραφτεί ή να λεχθεί. Ν’ αναπτύξει, δηλαδή, τη (φυσική) προφορική ή γραπτή του διάσταση. Κι ίσως εκεί να βρίσκεται η ένταση της δύναμής του, στην εν δυνάμει κατάστασή του. Είναι ταυτισμένες στο ίδιο το πρόσωπο μια σκέψη ή μια πρόταση. Είναι μονόλογος και μαζί διάλογος.
Οπότε το πρόσωπο μεταμορφώνεται σε κορμί. Αποκτά τον παλμό των λέξεων που ζητούν να ειπωθούν, ν’ ακουστούν στο σύμπαν. Στα έργα του αιωρείται ένας άηχος θρήνος. Ένα όργανο ζωντανό που δονείται πάνω στα κεφάλια. Είναι μέσα στο στόμα, στα δόντια, στα λόγια…Μυαλό και καρδιά-ψυχή μαζί. Πονούν οι λέξεις όταν βγαίνουν, όταν ηχούν΄ χτυπούν και χτυπάνε.
Πώς να χωρέσει ψυχή και νους σ’ ένα σώμα; Κι όταν το σώμα μετασχηματίζεται σε κεφάλι;-σε εγκέφαλο;-τότε έχει τη δύναμη του Λόγου, της Πνευματικότητας. Το κορμί είναι ύλη και πνεύμα. Κι εδώ ολόκληρα κορμιά κρύβονται μέσα σε πρόσωπα-σε πρόσωπα που ωστόσο μας αφήνουν να διακρίνουμε το πιο ζωτικό κομμάτι τους. Σαν τον παλλόμενο νου τους. Αφύπνιση, σαν ένα είδος απάτης. Βρίσκεται εκεί για να υπενθυμίζει. Είναι PUNCTUM, μια ασυνείδητη αισθητική διαταραχή δηλαδή που ξεσκεπάζει το πολλαπλασιασμένο δάκρυ (Δηλώνοντας μια εκλεκτική συγγένεια με το πρόσωπο-σώμα της Jeanne d’Arc του Karl Dreyer).
Σε έργα όπως “Το πρόσωπο-αραβούργημα” υπάρχει κάτι το σύνθετο και πολλαπλό. Σαν τριαντάφυλλο που άνοιξε ή σαν περίτεχνο αραβούργημα. ‘Εχουν χαραχτεί πάνω τους πολλές ιστορίες. Ένας αιώνας έχει περάσει από πάνω τους αλλά αυτά δεν επαιτούν. Είναι πρόσωπα αρχαϊκής καταγωγής, βασιλιάδες. Ενώ σε έργα όπως “Το κεφάλι με το κόκκινο φόντο” η ιστορία του μας είναι γνώριμη, παλιά και οικεία. Σαν να μπαίνεις στο κλειστό δωμάτιο του παππού και της γιαγιάς, με την ταπετσαρία με τ’ αρκουδάκια στους τοίχους και τα σκούρα ξύλινα έπιπλα .Ιστορίες Εκπεσόντων. Ή πως το κεφάλι του βασιλιά έχασε το θρόνο του.
Τα πρόσωπα παραπέμπουν λοιπόν σε μια εικόνα, συνθέτουν μια ιστορία που ξετυλίγεται στα μάτια (στη φαντασία) του θεατή-αναγνώστη. Είναι παράπονο και παράκληση. Ανάμνηση και όνειρο. «Μη με λησμόνει”.
Στον πίνακά του “Το μεγάλο Ταξίδι”, εμπνευσμένο από την ποίηση του Νίκου Καββαδία, προστίθενται κατά καιρούς νέα πρόσωπα, μάτια και χείλια, που γεννάνε νέες ιστορίες αφήνοντας τις παλιές ανολοκλήρωτες, μισοτελειωμένες κατά μία έννοια, χωρίς επιστροφή. (Δεν συμβαίνει άραγε το ίδιο και με τη ζωή;).Σαν την εικόνα ενός λιμανιού, αναμνήσεις, νοσταλγίες, έρωτες. Που δεν άρχισαν καν, που δεν πρόλαβαν να τελειώσουν. Κάλεσμα σειρήνων.
Ο Λόγος (τα πρόσωπα που χρησιμοποιούνται αντί αυτού, για να μιλήσουν και να εκφέρουν τη γνώμη τους, ν’ ανταλλάξουν τη σιωπή τους, να μοιραστούν τη μοναξιά τους) βρίσκεται και σε άλλα έργα του καλλιτέχνη που με μια πρώτη ανάγνωση δεν αποκαλύπτεται.
Όπως ο λόγος στη σειρά με τις επιζωγραφισμένες κασετίνες. Πρέπει κάποιος να τις ανοίξει ώστε ν’ αποκαλυφθεί ολόκληρη η ιστορία τους. Όπως στην κασετίνα με την πράσινη γυναικεία μορφή-πρέπει κάποιος να τ’ ανοίξει, να τ’ αερίσει… γιατί το περιεχόμενο του είναι κήπος, μαυσωλείο με κλαίουσες, που για καιρό πολύ ατενίζουν και περιμένουν.
Στις ψηφιακές συνθέσεις του όπως “Η ιστορία ουράνιας αγάπης”, όπου η φύση γίνεται πίνακας, το μεγάλο κεντρικό σύννεφο μεταμορφώνεται (κι εδώ) σε πρόσωπο ή μάλλον σε δύο σύννεφα που χωρίστηκαν στη μέση κι ανάμεσά τους πλανάται ένα γαλακτώδες φως -το φιλί τους. Όπως το σύννεφο αλλάζει συνεχώς σχήματα, έτσι και οι άνθρωποι, οι σχέσεις τους, αλλάζουν, μετασχηματίζονται.
Σε όλες τις ψηφιακές εικόνες του τα συνθετικά στοιχεία μεταλλάσσονται. Δημιουργούν μια ιστορία που ύστερα τα προσπερνά, για να ξεκινήσει μια καινούρια.
Στην έκθεση “Τα εννοιακά Ανθέμια” η πρόσληψη του καλλιτέχνη απαθανάτισε σύννεφα-πρόσωπα και φόρμες για την μνήμη την Ανεξίτηλη.
ΕΥΑ ΗΛ. ΜΠΕΡΙΑΤΟΥ