11 Οκτωβρίου, έκλεισαν τρία χρόνια από την κοίμηση του αειμνήστου πατρός Χρυσοστόμου Αλεξάτου.
Το δώρο της ζωής του, δώρο στη ζωή μας
Εκκλησία
14/10/2016 | 06:54

Τρία χρόνια Ουρανοπολίτης

 

Στις 11 Οκτωβρίου, έκλεισαν τρία χρόνια από την κοίμηση του αειμνήστου πατρός Χρυσοστόμου Αλεξάτου, ενός πολυσέβαστου κληρικού, που διακόνησε την Ενορία της Σάμης για πενήντα χρόνια (από το 1962) και αναλώθηκε ως Ηγούμενος της Μονής της Παναγίας των Αγριλίων για πενήντα πέντε χρόνια (από το 1958).
Την προσεχή Κυριακή, 16 του μηνός, θα τελεσθεί στον Ενοριακό Ναό της Σάμης Αρχιερατική Θεία Λειτουργία και Ιερό Μνημόσυνο για την ανάπαυση της μακαρίας ψυχής του, Ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου μας κ. Δημητρίου.
Χάριν φιλολογικού μνημοσύνου παρατίθεται στη συνέχεια συνοπτική καταγραφή της ζωής του, όπως αυτή τυπώθηκε στο αφιέρωμα «Ο Αρχιμανδρίτης Χρυσόστομος Αλεξάτος στην αγκαλιά του Θεού».

 

Το δώρο της ζωής του, δώρο στη ζωή μας

 

Ο μακαριστός παπα-Χρυσόστομος γεννήθηκε στα Καταποδάτα του Δήμου Σάμης, το έτος 1924, όπου κατά το μυστήριο του Βαπτίσματος, έλαβε το όνομα Παναγιώτης. Από μικρό παιδί ακολουθούσε τον πατέρα του Νικόλα, γιό του φτωχού μεν αλλά αρχοντικού στην ψυχή Αλέξη Αλεξάτου, στο ψαλτήρι του χωριού του. Εκεί καλλιεργήθηκε στην καρδιά του ο ένθεος ζήλος, όπως με πολύ σεβασμό του είχε ενσταλάξει η ευσεβέστατη μητέρα του, Ελένη Διγαλέτου.

Με αδάμαστη όρεξη για γνώση και με εξαιρετική επιμέλεια, κατόρθωσε να ολοκληρώσει τον κύκλο μαθημάτων του Δημοτικού Σχολείου. Η αναζήτηση του ωραίου, η επιδίωξη της τελειότητας, η σημασία στη λεπτομέρεια, ήταν αρχές μιας σωστά θεμελιωμένης παιδείας που σμίλευσαν τον χαρακτήρα του και τον συνόδευσαν, δίχως εκπτώσεις, μέχρι τέλους.

Σε ηλικία  18 ετών ήρθε η πρώτη μεγάλη δοκιμασία στη ζωή του. Επιταγμένος από τα Γερμανικά στρατεύματα, ως συνοδός ημιόνων, μια νύχτα του 1942 ενώ βρισκόταν σε αποστολή πέρα από τα Κουλουράτα, ένας ελληνόφωνος πληροφοριοδότης ζήτησε την εκτέλεσή του, μαζί με άλλα παλικάρια από την περιοχή. Καθώς προχωρούσε, ένας γερμανός γιατρός, τελευταία στιγμή εισηγήθηκε την απόσυρση του Παναγιώτη από το απόσπασμα και του έσωσε τη ζωή.

Τη ζωή, που πριν συμπληρώσει τα είκοσι χρόνια της, ένας Άγιος, του την ξαναδίνει. Είναι άνοιξη του 1943 όταν προσβεβλημένος από εχινόκοκκο βρίσκεται στο Νοσοκομείο του Αργοστολίου, όπου ο θεράπων ιατρός επιχειρεί ανοικτή επέμβαση δίχως ολική νάρκωση -δύσκολες εποχές τότε-, κατά την οποία αφαιρούνται τα τρία τέταρτα των πνευμόνων. Οι γιατροί έχοντας προσφέρει τις γνώσεις τους και τις θεραπείες της εποχής, δεν μπορούν να κάνουν τίποτε περισσότερο από το να ειδοποιήσουν τους δικούς του, για την αναχώρηση του Παναγιώτη. Μόνη ελπίδα, το καντηλάκι στο δωμάτιο, που με εντολή του θεράποντα ιατρού, παρέμενε άσβεστο. Ο πατέρας του, δεν το βάζει κάτω. Ειδοποιεί τον παπα-Δημήτρη Φαραντούρη και ανεβαίνουν μαζί με λίγους συγγενείς στο εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου, τον κοιμητηριακό Ναό της Μονής των Αγίων Φανέντων, όπου ψάλλουν αγρυπνία και τελούν τη θεία Λειτουργία.

Ξημερώματα, ο Παναγιώτης, προ των πυλών του Άδου, βιώνει ένα θαύμα: Βλέπει πως δίπλα του ανοίγει ένας τάφος και εκείνος βρίσκεται μέσα. Καθώς σιγά σιγά τα χώματα πέφτουν εντός του τάφου και σκεπάζουν το σώμα του, την ώρα που φθάνουν στο στήθος του, ένα στιβαρό χέρι τον αρπάζει από το στήθος και τον ανεβάζει στην επιφάνεια. Στο πρόσωπο του σωτήρα του, αναγνωρίζει τη μορφή του Αγίου Νικολάου, όπως την αντίκριζε από μικρός στο Εκκλησάκι των Αγίων Φανέντων. Ανοίγει τα μάτια του, και μιλώντας έπειτα από μέρες, ζητά από την καταπικραμένη και δακρυσμένη, αλλά θερμά προσευχόμενη, θεία του Στυλιανή, την αδελφή του πατέρα του, λίγο νερό.   Και διηγείται το γεγονός. Με την ίδια συγκίνηση, που το διηγήθηκε εκατοντάδες φορές στη ζωή του. Πάντα δοξολογικά, πάντα δακρυσμένος, πάντα ευγνώμων προς τον Θεό και τον Άγιο Νικόλαο.

Ο πανάγαθος Θεός, τον δοκιμάζει «ως χρυσόν εν χωνευτηρίῳ», ενώ καλλιεργείται στην ψυχή του η κλίση για Ιερωσύνη. Ο τότε Μητροπολίτης Κεφαλληνίας Γερμανός (ο Ρουμπάνης) βλέποντας το θεϊκό πόθο του, του έλεγε: «παιδί μου, περίμενε να σού ‘ρθει και η κλήση από το Θεό». Έτσι όταν διαπιστώνει πως μόνος του έρωτας είναι ο Θεός,  αφοσιώνεται σ΄ Αυτόν και Του προσφέρεται ολοκληρωτικά.

Σε ηλικία 33 ετών τελείται η κουρά του σε Μοναχό, οπότε λαμβάνει το όνομα Χρυσόστομος και στη συνέχεια χειροτονείται στη Μονή του Αγίου Γερασίμου Διάκονος και Πρεσβύτερος, από τον Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Ιερόθεο (τον Βουή). Διορίζεται εφημέριος στο χωριό του, που μετά από τους σεισμούς, ξανακτίζεται σε νέα τοποθεσία. Ο Ναός του Αγίου Σπυρίδωνος, είναι η πρώτη εκκλησία που αναγείρει.

Το έτος 1958 αναλαμβάνει την ηγουμενία της Μονής της Υπεραγίας Θεοτόκου Αγριλίων, που τότε έχει τρεις ακόμη μοναχούς και ένα οικοδομικό συγκρότημα κατερειπωμένο από τους σεισμούς του ’53. Εγκαθίσταται στη Μονή μαζί με την μητέρα του, η οποία τον υπηρετεί ως μάνα και συμπεριφέρεται ως μοναχή. Δαπανάται στην ανακαίνιση της Μονής. Κατεδαφίζονται ο κατεστραμμένος Ναός και τα περισσότερα ετοιμόρροπα οικοδομήματα, όπου στη θέση τους οικοδομούνται αντισεισμικά κτήρια και επιβλητικός Ναός. Διασώζει από τα ερείπια και τους θάμνους γύρω από τη Μονή, λαβωμένες εικόνες και παλαιά βιβλία, που άλλοι αβασάνιστα θα τα παρέδιδαν στην πυρά του μαγειρείου.

Λίγο αργότερα, το 1962 διορίζεται εφημέριος στη Σάμη, όπου εξυπηρετεί πλέον κωμόπολη και Μονή με την ίδια ακάματη φροντίδα. Αντιστέκεται σε απειλές, όταν δεν παραδίδει σε χέρια αρχαιοκάπηλων την παλαιά εφέστια εικόνα των Αγίων Φανέντων, η οποία διασωζόταν πρόχειρα στον ενοριακό ναό της Σάμης. Αντ΄ αυτού παραγγέλνει ξυλόγλυπτα προσκυνητάρια, όπου αναδεικνύει τόσο την εικόνα των τριών Αγίων, όσο και την ιστορική εικόνα της Γλυκοφιλούσας Παναγίας Λουτριώτισσας.

Το 1962 τελεί τα εγκαίνια του Νέου Ναού της Μονής, που μόλις ένα χρόνο πριν είχε θέσει τον θεμέλιο λίθο. Κατά τις εργασίες αναστήλωσης του τέμπλου, εξαιτίας λάθους των μαστόρων, κρατά πάνω στη σκαλωσιά όλο το βάρος της βαρύτατης επίστεψης στον αέρα με την κεφαλή του, κίνηση που ο ίδιος αποδίδει μόνο στην βοήθεια της Παναγίας.

Το έτος 1968 οικοδομεί Ναό του Αγίου Νικολάου, δίπλα στο γκρεμισμένο πια Καθολικό της Μονής των Αγίων Φανέντων, ενθύμηση και χρέος ζωής. Όλα τα υλικά ανεβαίνουν στο Μοναστήρι από το μονοπάτι. Ανάμεσά τους μια μηχανή για να λειανθούν τα πλακάκια του Ναού, αφού ο επιτήδειος έμπορος, άλλα είχε υποσχεθεί. Τετρακόσια κιλά μηχάνημα, στους ώμους συγχωριανών, σε μια ανηφορική πορεία που διήρκησε δώδεκα ώρες. Μερικά χρόνια αργότερα,  με δική του πρωτοβουλία και αγώνες, σε συνεργασία με τον πρόεδρο της Κοινότητας Σάμης, διανοίγεται ο δρόμος από τ΄ Αγρίλια προς το Αρχαίο Κάστρο της Σάμης και τους Αγίους Φανέντες.

Τον Δεκαπενταύγουστο του 1971 στην πανήγυρη της Μονής των Αγριλίων, χειροθετείται Αρχιμανδρίτης από τον Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Προκόπιο (τον Μενούτη).

Το 1974 θεμελιώνεται ο Νέος Ναός της Σάμης, ο οποίος ολοκληρώνεται σε διάστημα δώδεκα χρόνων. Το 1986 τελούνται τα θυρανοίξια από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Σπυρίδωνα (τον Καλαφατάκη) και αμέσως αρχίζει η αγιογράφησή του. Στις 30 Ιουλίου 1989 τελούνται τα εγκαίνια του.

Στα 1994  κτίζει τον πρώτο Ναό του Αγίου Κοσμά στην Κεφαλονιά, στον προαύλιο χώρο της Μονής των Αγριλίων, εκεί ακριβώς που είχε κηρύξει ο Ισαπόστολος επισκεπτόμενος τη Μονή. Ο Ναός κατάγραφος από αγιογραφίες είναι ένα κόσμημα για ολόκληρη την περιοχή.

Με τόσα χρόνια καθαρής Ιερωσύνης, με τόσο φόβο Θεού στην ψυχή του, με τόσες Θείες Λειτουργίες στα χέρια του, γίνεται προϊόντος του χρόνου το πνευματικό στήριγμα εκατοντάδων χριστιανών από ολόκληρη την Κεφαλονιά. Στο πετραχήλι του, που δεν έχει ωράριο, ακουμπούν αναστεναγμοί, αμαρτήματα, ανησυχίες και προβληματισμοί, για να λάβουν οι πιστοί ένα λόγο και μια διδαχή, βγαλμένα από την προσευχή, από την παράκληση, από τα δάκρυα, από την χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Έχει φθάσει στα ογδόντα πέντε χρόνια του, όταν το 2009 αποφασίζει να ταξιδέψει στη Βενετία, για να παρευρεθεί στην αναγνώριση των ιερών λειψάνων των Αγίων Φανέντων και αξιώνεται από το Θεό να τα παραλάβει. Τον ίδιο χρόνο υποδέχεται τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και τους Συνοδικούς Αρχιερείς, όταν καταφθάνουν στη Σάμη και στον ενοριακό Ναό προσκυνούν τα Ιερά λείψανα των Αγίων Φανέντων.

Λόγω ηλικίας και βεβαρυμμένης υγείας, σιγά-σιγά αποσύρεται από τα ποιμαντικά του καθήκοντα. Στο λιτό δωμάτιό του εξακολουθεί να δέχεται τις εξαγορεύσεις των χριστιανών, να οικοδομεί  συμβουλευτικά και να σιγοψάλλει μέρα και νύκτα δοξάζοντας το Θεό, ικετεύοντας την Υπεραγία Θεοτόκο και παρακαλώντας τους Αγίους. Τα Χριστούγεννα του 2012 συλλειτουργεί για τελευταία φορά στον Ιερό Ναό της Σάμης.

Η τρεμάμενη φλόγα στο καντήλι της ζωής του, έσβησε ανώδυνα, ανεπαίσχυντα και ειρηνικά, στο φτωχικό του δωμάτιο, στις 11 Οκτωβρίου 2013. Από εκείνο το πρωινό, πέρασε στην άλλη ζωή, την αληθινή, την αιώνια, για να συλλειτουργεί πλέον στο υπερουράνιο Θυσιαστήριο. Από κει ψηλά, είμαστε σίγουροι, πως προσεύχεται  θερμά για τον καθέναν από μας, όπως πάντα άλλωστε έπραττε καλοσυνάτα, με πατρική φροντίδα, με πολλή αγάπη και με περισσή στοργή.

Ας έχουμε την ευχή του.

 

π. Γεώργιος Αντζουλάτος

alexatos

eKefalonia
eKefalonia
ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ