Του Γεράσιμου Σωτ. Γαλανού
Ο Άγιος Παναγής Τυπάλδος Μπασιάς ήταν γόνος αρχοντικής οικογένειας της Παλικής , γεννήθηκε δε το 1801 από γονείς ευσεβείς τον Μιχαήλ και την Ρεγγίνα , το γένος Δελλαπόρτα. Έλαβε καλή μόρφωση κοντά σε αξιόλογους δασκάλους της εποχής του και έμαθε την Γαλλική και την Ιταλική γλώσσα καθώς και την Λατινική απαραίτητη για την μελέτη κάποιων πατερικών κειμένων.
Τα 1836 χειροτονήθηκε από τον τότε Αρχιεπίσκοπο Κεφαλληνίας Παρθένιο Μακρή Διάκονος και Πρεσβύτερος. Ο συνετός χαρακτήρας του μέσα από την ευσέβεια προς τον Θεό και η ταπεινότητα που τον διακατείχε, ήταν τα θεμέλια για να δαπανήσει την υπόλοιπη ζωή του με αφοσίωση στις προσταγές και στα Πιστεύω της Ορθοδοξίας μας.
Πέρασε από το αξίωμα του Δασκάλου σε μια δύσκολη εποχή που τα νησιά μας τα δυνάστευε το πόδι του Άγγλο κατακτητή. Βλέποντας δε, πως πρέπει να αντισταθεί σθεναρά ενάντια στον προτεσταντισμό και στις ύπουλες θέσεις των Άγγλων για αλλοίωση του Ορθόδοξου δόγματος, παραιτήθηκε και δίδαξε ιδιωτικά για λίγο διάστημα.
Κήρυττε παντού το λόγο του θεού, διακονούσε την ορθόδοξη λατρεία, χρησιμοποίησε τις Διδαχές του Πατροκοσμά του Αιτωλού προς όφελος των χριστιανών και ανεδείχθη άξιος Λειτουργός του Θεού. Μοίρασε τα υπάρχοντά του και μέρος από την περιουσία του στους ανήμπορους και στους φτωχούς, συγχρόνως οι σεισμοί ερείπωσαν την πατρική του οικία, με αποτέλεσμα να ζητήσει χώρο για να μένει από τον συγγενή του Ιωάννη Νικολάου Γερουλάνου. Ο Γερουλάνος του παραχώρησε ένα δωμάτιο από το αρχοντικό σπίτι στο Ληξούρι, όπου από τότε ο παπα-Μπασιάς έμενε εκεί και το οποίο διατηρείται έως σήμερα και το επισκέπτονται οι πιστοί.
Διετέλεσε Εφημέριος της Ιεράς Μονής του Αγίου Σπυρίδωνα στον Πλατύ Αιγιαλό, κοντά στο Ληξούρι, όπου αρχικά εκεί πήγε να μονάσει. Όμως η Θεία Πρόνοια τον προόριζε όχι σε μοναστήρι έναν απλό καλόγερο, αλλά ένα ιερέα καλόγερο μέσα στο αγώνα και το πάλεμα της καθημερινότητας του κόσμου. Ο θερμός λόγος του, οι καλές του πράξεις και οι συμβουλές του προς τους χριστιανούς τον έφεραν να επιτελεί τα Θεία Λειτουργικά του καθήκοντα για το καλό των πιστών. Πραγματοποιούσε Βαπτίσεις και άλλα ιερά μυστήρια ως εφημέριος της Μονής και καθημερινά τον επισκέπτονταν πολλοί για να τους βοηθήσει.
Προσποιείτο τον σαλόν κατά διαστήματα για να αποφεύγει τους επαίνους και τα καλά λόγια των ανθρώπων.
Εκοιμήθη τις 7 Ιουνίου 1888 στο Ληξούρι σε ηλικία 88 ετών. Λόγους εγκωμιαστικούς και βιογραφικούς απήγγειλαν ο τότε Αρχιεπίσκοπος Κεφαλληνίας Γερμανός Καλλιγάς , μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και ο τότε καθηγητής Ζήσιμος Γ. Π. Τυπάλδο. Ο τελευταίος είναι και ο κατεξοχήν βιογράφος του παπά Μπασιά.
Ετάφη έπειτα από επεισόδιο και καθυστέρηση λίγων ημερών, λόγω που ήθελε κάποιος συγγενής του να τον ενταφιάσει στα Χαυδάτα, στην εκκλησία του Αγίου Σπυρίδωνα στο Ληξούρι. Το 1976, έπειτα από 88 έτη από την κοίμησή του, έγινε η ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του, ημέρα της επετείου του από τον Σεβ. Μητροπολίτη Προκόπιο.
Στιγμές από τον βίο του. «Κατά Χριστόν σαλός»
Κατά το έτος 1845 περίπου τον κατέβαλε νευρική κρίση, που τον βασάνιζε αρκετά, του στερούσε τον ύπνο, τον έκανε να περπατάει τη νύχτα και να φωνάζει μεγαλοφώνως και άλλες παρόμοιες εκφράσεις, που όταν συνερχόταν από αυτή την τρομερή έξαψη έπεφτε σε τρομερό φόβο και αδυναμία. Παρ’ όλα αυτά όπως λέει ο βιογράφος του Ζήσιμος Τυπάλδος, ο λαός ήξερε τη δοκιμασία του αυτή και δεν ενοχλείτο. Απεναντίας όταν τον έβλεπαν έτρεχαν να ασπασθούν το χέρι του. Αυτή η δοκιμασία, που αρκετοί άγιοι την έχουν περάσει, θεωρείται ευλογία Θεού για να ζουν σε ταπείνωση και να μη γεννώνται γι’ αυτούς ο εγωισμός και τα πάθη.
Δέκα χρόνια μετά την ιεροσύνη του τού παρουσιάστηκε αυτή η νευρική νόσος, και όπως λέει ο Απόστολος Παύλος στην (Β΄ Κορ. ΙΒ΄, 7) «…εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος σατάν, ίνα με κολαφίζη ίνα μη υπεραίρωμαι», δηλαδή ήταν μια δοκιμασία από τον Θεό, ώστε πάντα με ταπείνωση και όχι με έπαρση να πορεύεται στην ιερή αποστολή του.
Κατά τα γηρατειά του που η ασθένεια αυτή όλο και τον ταλαιπωρούσε, την αντιμετώπιζε με υπομονή και εγκαρτέρηση. Δεν έπαψε ποτέ να διδάσκει και να προσεύχεται.
Το 1864 ο εξαδέλφος του γιατρός, Ανδρέας Τυπάλδος Μπασιάς, ο οποίος τού παρείχε ιατρική μέριμνα και βοήθεια, με αίτησή του ζητά από το Ιερατικό Ταμείον οικονομική στήριξη, δηλαδή κάποιο χρηματικό βοήθημα για να ανακουφίσει την φτώχεια του και τη νόσο που βασάνιζε τον Άγιο.
Περί θαυμάτων και προορατικού χαρίσματος
Ο Άγιος Παναγής ανταμείφθηκε από τον Θεό με το προφητικό χάρισμα. Είναι πάμπολλες οι εξιστορήσεις των παλαιοτέρων για τα θαύματα και τις προφητείες που έκανε.
Βλέποντας με την Θεία χάρη τα μελλούμενα και τα παρελθόντα των ανθρώπων της κοινωνίας του νησιού μας, προσπαθούσε να συνετίσει τα κακώς κείμενα και τις αμαρτίες που συνεβαίνανε. Αυτό το θαυμαστό θείο χάρισμα της προφητείας του αθέλητα και θελημένα συνέτιζε προς το καλύτερο την τότε μικρή κοινωνία.
Βέβαια και οι φτωχοί και οι ανήμποροι έβλεπαν στον χαρισματικόν Άγιο Παναγή, εκείνον που τους βοηθούσε με τον λόγο και την προφητική ιδιότητά του. Ο Άγιος πολλές φορές αποκάλυπτε με λακωνικό τρόπο στους ανθρώπους ποια αμαρτία είχαν πράξει- την οποία φυσικά κρατούσαν μυστική-και με τον τρόπο αυτόν τούς ωθούσε στην μετάνοια. Απορούσαν οι δύσπιστοι για τη μηδένιση των καιρικών φαινομένων μπροστά στην θεία χάρη του Αγίου Παναγή, που με κακοκαιρία δεν βρεχόταν και αναγνώριζαν τη θεία αποστολή του. Εδώ αξίζει να θυμίσουμε τη μαρτυρία της τότε αστυνομίας όταν μια βροχερή βραδιά βρήκαν τον Άγιο στο κοιμητήριο της Αγίας Άννας να προσεύχεται για τους κεκοιμημένους κρατώντας ένα φαναράκι και χωρίς να έχει πέσει σταγόνα πάνω του.
Οικογένεια Ιωάννου Γερουλάνου και Παπά Μπασιάς
Ο Παπα- Μπασιάς συνδέονταν με την οικογένεια Γερουλάνου με βαθμό συγγενείας μιας και η μητέρα του Ρεγγίνα ήταν αδελφή της μητέρας του Ιωάννη Γερουλάνου (1821-1892). Με το σεισμό του 1867 καταστράφηκε παντελώς η πατρική οικία του Άγίου και ζήτησε την παραχώρηση ενός δωματίου από την οικογένεια Γερουλάνου πράγμα που ο εξάδελφός του Ιωάννης προθύμως έπραξε. Ο Άγιος πέρασε την υπόλοιπη ζωή του στο δωμάτιο, το επονομαζόμενο κελί, έως ότου παρέδωσε την μακαρία ψυχή του στον Θεό που τόσο πολύ αγάπησε.
Ο Άγιος έγινε προστάτης της οικογένειας και με το προφητικό του χάρισμα βοήθησε όλα τα μέλη της. Παράλληλα, η οικογένεια Γερουλάνου σεβόταν το πρόσωπο του Αγίου, το τίμησε και συνεχίζει να το τιμά. Έως σήμερα ο απόγονος Γεώργιος Ι. Γερουλάνος μεριμνά για το κελί, ώστε να είναι χώρος επισκέψιμος για τους πιστούς. Ο Άγιος είναι αυτός που προέβλεψε ότι ο γιος του ξαδέλφου του Ιωάννη, Μαρίνος, ένα από τα τρία παιδιά του, θα γίνει μεγάλος, πράγμα που επαληθεύτηκε αφού πρόκειται για το μεγάλο χειρουργό και Ακαδημαϊκό Μαρίνο Γερουλάνο. Από τον Μαρίνο γεννήθηκε το 1904 ο Ιωάννης ο οποίος και φρόντισε τον Ιερό Ναό του Αγίου Σπυρίδωνα και τον τάφο του Αγίου. Στον Ιερό αυτό Ναό ο Παπά Μπασιάς λειτουργούσε μετά από την αποχώρησή του από το μοναστήρι στο Πλατύ Αιγιαλό. Ο Ιωάννης Γερουλάνος του Μαρίνου προσπάθησε να ανακαινίσει τον τάφο του Αγίου μετά την ανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του και βάση των σχεδίων της Ιωάννας Μελιδώνη – Γρυπάρη τον διαμόρφωσε σε καλαίσθητο κενοτάφιο. Ο δε Μαρίνος Γερουλάνος έτρεφε μεγάλη εκτίμηση και σεβασμό προς τον Παπα- Μπασιά και του αφιέρωσε την πρώτη σελίδα του βιβλίου του: «Το Ληξούρι».
Σήμερα, το κελί του Παπα- Μπασιά, κατά επιθυμία του μακαρίτη Γεωργίου Ιωάννη Γερουλάνου που ήταν ιδιοκτήτης της οικίας, διακονεί ο υπογράφων το άρθρο, με φροντίδα και προθυμία για τον κάθε πιστό που θέλει να προσκυνήσει στο χώρο που έζησε ο Άγιος τα τελευταία χρόνια της ζωής του και έφυγε από εκεί.
Το Χάρισμα της ενόρασης
Είναι αναμφισβήτητο το γεγονός ότι ο παπά Μπασιάς είχε προικιστεί από την δωρεάν της Θείας Χάρις με το χάρισμα να προβλέπει τα μελλούμενα. Αυτή η ιδιότητά του, τον έκαμε να γίνει κοινωνικός λειτουργός, να συνετίζει και να καθοδηγεί τους πάσχοντας και τους κάνοντας παράνομες και αμαρτωλές πράξεις. Στο πρόσωπό του οι άνθρωποι, πλούσιοι ή φτωχοί, άρχοντες και λαός, έβλεπαν τον Άγιο Ιερέα που, βοηθούσε με την άλλη του ματιά.
Οι προφητείες του που συνόδευαν τα διάφορα περιστατικά, λεκτικά ήταν λακωνικές και μετρημένες και είχαν επί τω πλείστον τη συμβουλή μέσα από το κήρυγμα του χριστιανικού λόγου. Βέβαια γινόταν πολλές φορές ελεγκτικός και αυστηρός με σκοπό να διορθώσει τα κακώς κείμενα μιας κοινωνίας.
Ωστόσο η μορφή του παπά Μπασιά, από μόνη της ήταν για το νησί, και ιδιαίτερα για το Ληξούρι μια προστασία από κάθε μορφή αίρεσης και ξένης προπαγάνδας ενάντια στο φρόνημα της Ορθοδοξίας. Σε μια εποχή μάλιστα, που, πέρα από το άγρυπνο μάτι της Αγγλικής δυνάστευσης, υπήρχε και ο μεγάλος πόλεμος της διαφοράς των κοινωνικών τάξεων. Τα πάθη και τα μίση χαρακτήριζαν όπως είναι φυσικό τις κλειστές κοινωνίες.
Ο ιερέας Παναγής με το προφητικό του χάρισμα έγινε πόλος έλξης για πολλούς ανθρώπους ντόπιους και ξένους προς το νησί της Κεφαλλονιάς, που ήθελαν να πάρουν την ευλογία του ή να στηριχτούν πνευματικά μια και τέτοιος ήταν ο σκοπός του Αγίου αυτού.
Ακόμη από γενιά σε γενιά διατηρούνται περιστατικά, θαύματα και προφητείες του Παπα- Μπασιά που μας κάνουν περήφανους ως Ληξουριώτες και Κεφαλλονίτες, ότι η Θεία Χάρις φρόντισε για τούτον τον τόπο δια μέσου της παρουσίας του Αγίου Παναγή.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος α΄ Της ἐρήμου πολίτης…
Ληξουρίου τόν γόνον, Ἱερέων τό καύχημα, τῆς Κεφαλληνίας φωστῆρα νεοφανῶς ἀνατείλαντα, τιμήσωμεν ἐν ὓμνοις Παναγῆν, τόν μύστην τῆς Τριάδος τῆς σεπτῆς, ἐμφανῶς κεκοσμημένον προφητικῶ τοῦ Πνεύματος χαρίσματι. Διό τόν δοξάσαντα αὐτόν λαμπρώς ἀντιδοξάσωμεν, ἳνα εὓρωμεν χάριν καί πταισμάτων τήν συγχώρησιν.
Κοντάκιον Ἦχος γ΄ « Ἡ Παρθένος σήμερον»
Χαρμοσύνοις ἂσμασι, Κεφαλληνία η νῆσος, συγκαλεῖται σήμερον τῶν φιλεόρτων τά πλήθη, ἒρεισμα της Ἐκκλησίας ἀνευφημῆσαι, σέμνωμα νεοφανέντα Ὀρθοδοξίας, Παναγῆν τόν Θεηγόρον, Χριστοῦ τόν μύστην πταισμάτων τήν συγχώρησιν.
Μεγαλυνάριον
Τόν τοῦ Ληξουρίου γόνον λαμπρόν, Ὀρθοδόξων κλέος Ἱερέων ὑπογραμμόν, τῆς Κεφαλληνίας ἀγλάϊσμα τό νέον, τόν Παναγῆν τόν Θεῖον ὓμνοις τιμήσωμεν
Ἒμμετρον ποίημα , στιχουργηθέν τήν 5ην Ιουλίου 1888 ἘΝ Ληξουρίω, παρά τοῦ Χαραλάμπους Γεννατᾱ – Φλωράτου
Ὁ βίος τοῡ ἱερέως Π. Μπασιᾱ
Τόν βίον τοῦ Παπᾱ -Μπασιᾶ θέλω νά περιγράψω
τά θαύματα πού ἒκαμε μέ στίχους νά ἐκφράσω.
Θά ἐπαινέσω ὁ ἀμαθής τόν Λειτουργόν Κυρίου
τόν στρατιώτην τόν πιστόν ἂνακτος οὐρανίου.
Τόν Ἱερέα Παναγῆ θέ νά ἐγκωμιάσω
μέ τοῦ Θεοῦ τό φώτισμα ἀλλέως πῶς νά φθάσω;
Θεέ και δός μου φώτισιν και σύ ‘Υπεραγία
διά νά τολμήσω ὀ ἀμαθής νά γράψω στιχουργίαν.
Ἀπ’ την κοιλιάν ταῆς Μάνας του ἢτανε ἡγιασμένος
και ἀπό δῶρα θεϊκά ἢτανε πλουτισμένος.
Μᾶς τόν ἐδώρησεν ὁ Θεός διά φιλανθρωπίαν
καί πρεσβευτήν ὑπερ λαοῦ εἰς τήν Κεφαλληνίαν.
Ἐτοῦτος εἶναι ἀδελφοί ὁ μέγας θησαυρός μας
σ’ ὃλας τάς περιστάσεις μας εἶνε ὁ βοηθός μας.
Ἀρχίζω νά διηγηθῶ τά κατορθώματά του
εἰς τήν νῆσόν μας’ φανίσθησαν συνάμα θαύματά του.
Μέ ἀστραπαίς καί μέ βρονταίς καί μέ ταῖς τρικυμίαις
αυτός ὁ εὐλαβέστατος ἒκανε Λιτανείαις.
Καί μέ τό σκότος τό βαθύ αὐτός περιπατοῦσε
σέ λυπημένους πήγαινε καί τούς παρηγοροῦσε.
Ἐπήγαινε εἰς τούς πτωχούς μέ ὃλην τήν εἰρήνην
ὡς λέγει ὀ Μακαριστός τήν ἐλεημοσύνην.
Εἰς τάς γυναῖκας πήγαινε ὃταν κακοπαθοῦσαν
καί τήν εὐχήν τούς διάβαζε κι’ἀμέσως ἐγεννοῦσαν.
Ἐπισκεπτότουν ἀσθενεῖς καί τούς ἐβοηθοῦσε
καί ἐδιδέ τους χρήματα καί τούς οἰκονομοῦσε.
Ἐπισκεπτότουν τακτικά τάς πόλεις τῶν δακρύων
ἐδιάβαζε τρισάγιον ἐν πνεύματι ἁγίω.
Ἐξόχως πολυπήγαινε στά νοσερά μνημεῖα
κι’ ἐδιάβαζε τρισάγιον διά ψυχοσωτηρία.
Αὐτός ὁ εὐλαβέστατος πάντα ἐπαγρυπνοῦσε
μέ άστραπάς καί μέ βροντάς πάντοτε περπατοῦσε.
Πολλοί τόν ἐσυνάντησαν στόν δρόμο ποῦ ἐρχότουν
ἒβρεχε ἀκατάπαυστα,κι’ αὐτός δέν ἐβρεχότουν.
Αὐτός εἶναι οὐράνιος κατά μυρίων τρόπων,
τό φῶς τό καθαρώτατον ἐνώπιον ἀνθρώπων.
Αὐτός εἶναι τό καύχημα πόλεως Ληξουρέων
καί ἒγκωμα τῆς νήσου μας δόξα τῶν Ἱερέων.
Πολλαίς φοραίς συνέβηκε σκύλοι ποῦ ἀλυκτοῦσαν
καί μόλις ἢθελε τόν δοῦν ἀμέσως σιωποῦσαν.
Αὐτός τούς διασκέδαζε καί ἒλεγέ τους λόγια
αὐτοί ἒβγοζον τάς γλώσσας των και τοῦ λύφαν τά πόδια.
Ὑπέφερε στόν βίον του, τοῡ κόσμου τούς ἀγῶνας
καί άπήλαυε τά ἀγαθά εἰς πάντας τούς αἰῶνας.
Βίον ἀνεκδιήτον στόν κόσμο πολεμοῦσε
σάρκα καί τόν διάβολον, ὃλα τά ἐνικοῦσε.
Εἰς πάσας περιστάσεις μας αὐτός ἐπαγρυπνοῦσε
παρακαλοῦσε τόν Θεόν καί μᾶς ἐβοηθοῦσε.
Θυσίασε τά πάντα του εἰς ὃλον του τόν βίον
τοῦ ἐκατάθεσε ὁ Θεός στόν οὐρανόν ταμεῖον,
Ὃ,τι κί ἂν εἶχε τάδωσε, ἐμίσησε τήν ὓλην
ἒμεινε μέ τό ράσο του καί μέ τό πετραχίλι.
Ἐργάζετο ὡς Ἱερεύς καί ὃτι τοῦ τυχοῦσε
τά ἒδιδε εἰς τούς πτωχούς καί νῆστις ἐπερνοῦσε.
Ἢτονε φλόγα τοῦ πυρός τό ἃγιον του σῶμα
ὡς λέγει ὁ προοιμιακός μέ τοῦ Δαβίδ τό στόμα.
Στό σῶμα ἐφαίνετο μικρός, ὦ! ἀρετής μεγάλος
θά λάμψη εἰς τούς οὐρανούς ὡς ἓτερος μεγάλος.
Θά εἶνε μέ τούς ἀθλητάς χρυσοστεφανομένος,
ἐν ἱματίοις τε λευκοῖς και περιβεβλημένος.
Οἱ οὐρανοί ἀγάλλονται τήν τοῦ Ὁσίου δόξα
ὁ κόσμος δέν θά ξαναδή εἰς ἂλλον πλἐον τόσα.
Τήν σήμερον οἱ οὐρανοί δέχονται τόν προφήτην,
τόν στρατιώτην τοῦ παντός, τόν οὐρανοπολίτην.
Μέ τούς ἀγγέλους κύκλοθεν’ στόν θρόνον θά συμψάλη
Τριάδι τόν Τρισάγιον ἆσμα φωνήν μεγάλην.
Ἐλπίζομεν είς τόν Θεόν ὃπως θέ νά προστάξη
τό πτῶμά του, ὁ τάφος του σῶον νά τό φυλάξη.
Σύ σαρκοφάγο φύλαξε τοῦ Ὁσίου τό πτῶμα,
ὡς προφήτης Δανιήλ ἐκ τῶν Λεόντων στόμα.
Εἰς τόν Ἃγιον Σπυρίδωνα ‘γείνη(κε) ἡ ἀκολουθία
τόν ἃγιόν του λείψανον ἒβγαζεν εὐωδίαν.
Ἀνεωγμένος ὁ Ναός φαιδρός φωταγωγοῦσε
καί ἒψαλλαν οἱ Ἱερεῖς καί ὁ κόσμος προσκυνοῦσε.
Τριήμερον τό λείψανον μέσα’ ς στην Ἐκκλησίαν
Καί ἓως τήν ὣραν τῆς ταφῆς ἒχυνεν εὐωδίαν.
Στήν κοίμησίν του ἐσχόλασαν ὃλαι αἱ ἐργασίαι,
πρός χάριν τοῦ λειψάνου του ὃλαι αἱ ἐξουσίαι.
Σήμερον Πάτερ Ἃγιε ὃλοι δεόμεθά σου
εὐλόγησον τήν Νῆσόν μας μέ χείρ τήν δεξιάν σου.
Ὡς ὑπηρέτης τοῦ Θεοῦ ἒργά του ἐποιοῦσες
καί ὃλας του τάς ἐντολάς ἐσύ τάς ἐτηροῦσες.
Ὡς Ἱερόν θά ἒχωμεν’ στήν πόλιν μας τ’ ὀστᾶ του
πλοῦτος καί μέγα καύχημα ’ στήν οἰκογένειάν του,
Αἰώνιον μεγαλαυθήν θά ἒχουν οἱ Μπασιάδες
καθώς ἀπό τόν Ἃγιον αὐτοί οἱ Νοταράδες.
Ὁ οἶκος πού ἐξέπνευσε εἶνε ἡγιασμένος
καθ’ ὃλα τά παρά Θεοῦ εἶνε εὐλογημένος.
(Το χειρόγραφο ποίημα του Χαραλάμπους Γεννατᾱ – Φλωράτου σώζεται στο αρχείο Γερασίμου Σωτ. Γαλανού και δημοσιεύτηκε στο βιβλίο του για τον άγιο Παναγή, τον Παπα- Μπασιά)
ΣΧΟΛΙΑΣΜΟΣ ΤΩΝ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΩΝ
ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΕ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΜΠΑΣΙΑ
Πρόκειται για δυο χειρόγραφες σελίδες όπου αναγράφονται θαύματα τα οποία έκαμε ο Όσιος Παναγής ενώ ζούσε και αποδίδονται στον Ευαγγελινό Σπ. Τσιμαράτο (1874-1954) καθηγητή φιλόλογο και ιστοριοδίφη. Τα χειρόγραφα αυτά προέρχονται από το προσωπικό μου αρχείο (Αρχείο Γερασίμου Σωτ. Γαλανού).
Το πρώτο χειρόγραφο διαστάσεων είναι ευανάγνωστο και γραμμένο και στις δυο πλευρές του. Αναφέρει δε δέκα θαύματα εκ των οποίων μόνο τα δυο είναι άγνωστα και στην παρούσα μελέτη παρουσιάζονται για πρώτη φορά. Αυτά είναι το Νο 5, η περίπτωση με το τυρί και, το Νο 3 η περίπτωση του κλεμμένου πεντάδραχμου στα σπλάχνα του ψαριού.
Το δεύτερο χειρόγραφο, πιο δυσανάγνωστο από το πρώτο, πιθανόν να είναι γράμμα, εφόσον στο κάτω μέρος φέρει ημερομηνία «Ἐν ληξουρίῳ τῇ 17 Ἀπριλίου». Παρουσιάζει θαύματα του οσίου Παναγή που έχουν σχέση με το μοναστήρι της Αγίας Παρασκευής Λεπέδων και είναι καθ’ ολοκληρία άγνωστα. Αξίζει να σχολιαστεί η περίπτωση της μοναχής που δεν επισκέφτηκε τον Όσιο Παναγή για να λάβει ευλογία, αλλά για να ζητήσει από αυτόν 50 τάληρα χρεωστούμενα και εν συνεχεία να τον καταγγείλει. Ο Όσιος είχε πάρει τα χρήματα και τα είχε δώσει σε φτωχούς -πράγμα το οποίο συνήθιζε να κάνει ακόμη και από καταστήματα του Ληξουρίου χωρίς κανείς να τον κατηγορήσει, αλλά αντιθέτως το θεωρούσαν ευλογία και συνέβαλαν όλοι με ευχαρίστηση-. Ο παπα- Μπασιάς απαντά, χωρίς αυτή να γνωρίζει το προορατικό του χάρισμα, αποστομωτικά: «εάν σοῦ πάρουν το ξώρασο νά δώσεις καί τό σώρασο» με αποτέλεσμα η μοναχή να ξεσπάσει σε δάκρυα και να μετανιώσει για τις προθέσεις της.
Στο τέλος του χειρογράφου αυτού υπάρχει και μια φράση η οποία δεν φαίνεται να έχει σχέση με το όλο κείμενο, αλλά πιθανώς να θέλει να φανερώσει κάποιο άλλο θαύμα το οποίο να έγινε στο ίδιο μοναστήρι και έχει σχέση με μια δαιμονισμένη. Αναγράφονται στο χειρόγραφο τα λόγια: ἡ Κατσαίτη Μαρία από τους Σουλλάρους «Παναγῆ ἐσύ καί ὁ Γεράσιμος, με εκάψατε καί φεύγω». «Ο Παναγής» είναι ο παπάς Μπασιάς και «ο Γεράσιμος» ο Άγιος Γεράσιμος. Διαπιστώνεται δε από αυτή τη φράση ότι και μετά την κοίμηση του Οσίου Παναγή και πριν την ανακήρυξή του, ο κόσμος συνέχισε να τον πιστεύει και να επικαλείται τη θαυματουργή χάρη του.
ΤΑ ΧΕΙΡΟΓΡΑΦΑ ΚΑΠΟΙΩΝ ΘΑΥΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΠΑΠΑ ΜΠΑΣΙΑ
Μετεγγραφή των χειρογράφων ως έχουν στην ορθογραφία
Εἰς τά παρά τοῡ τότε καί βραδύτερον αἰδεσιμωτάτου Ζ. Γ. Π. Τυπάλδου ἀνέκδοτα προστιθέμεθα και ἡμεῑς δύο παρ’ ἀξιοπίστων μαρτύρων και αὐτοπτῶν καί συγγενῶν ἀκούσαντες ταῦτα.
1) Ὁ εὐσεβέστατος οὗτος ιερεύς Μπασιᾱς περί τά τέλη τοῡ βίου του πωλήσας ὑπέρ τῶν πτωχῶν και τήν πατρικήν οἰκίαν ἐφιλοξενεῖτο ἒν τινι ἰσογίῳ δωματίῳ τῆς οἰκίας Ἰωάννου Γερουλάνου, ἐν τῶ οποῖω δωματίω καί ἀπέθανε.Τήν προτεραίαν ὅμως τοῦ θανάτου του ἒλεγε τᾶς περί αὐτόν ὅτι «αύριον και αὐτήν τὴν ώραν θα με φυλάττουν στρατιῶται» καί μετ΄ ὀλίγον ἀπέθανεν. Ἐν ᾗ λοιπόν ὁ ρηθείς Ι. Γερουλάνος ἐφρόντιζε διά την κηδείαν καί τήν ταφήν τοῦ παπᾶ Μπασιᾶ ἐν τῇ ἐνοριακῇ του ἐκκλησίᾳ τοῦ Άγ. Σπυρίδωνος, ὅπου καί ετάφη παρουσιάζεται συγγενής τις τοῦ παπᾶ Μπασιᾶ ἀπαντῶν, ἵνα λάβῃ αὐτόν καί θάψῃ ὅπου αὐτός ἢθελεν, ἀλλ’ ό Γερουλᾶνος ἀντέστη· καί τοσαὐτη ὑπῆρξεν ἀμφοτέρωθεν ή ἐπιμονή ὥστε ό ἀρχιερεύς διέταξε τήν ἀστυνομίαν ἵνα φρουρῇ τό λείψανον καί τούτου γενομένου τουτουτοτρόπως ἐπραγματοποιήθη ἡ προφητεία τοῦ παπᾶ Μπασιᾶ.
2) Ἀρκετά χρόνον ὒπηρέτη πολλά μετά τον θάνατον και τοῦ παπᾶ Μπασιᾶ και τοῦ Γερουλάνου ὁ ὑιός τούτου Νικόλαος ένοικίασε τό δωμάτιον ἒνθα ἒζη ο παπᾶ Μπασιᾶς δι’ ὑποθηκοφυλακεῖον, ἀλλᾶ μετά τινα καιρόν βλέπει καθ’ύπνον τόν παπᾶ Μπασιᾶν παραπονούμενον αὐτῷ διά τήν τοιαύτην ἐνοικίασην, ἀφ’οὗ τό δωμάτιον ἧτο προωρισμένον δι’αὐτόν. Ἐκ το τε ό ρηθείς Νικόλαος διατηρεῖ μέχρι σήμερον κενόν τό δωμάτιον , ἐν τῷ ὁποίῳ ἡ αγίᾳ ἐκείνη ψυχή ἀπέστη πρός τούς οὐρανούς.
3) Χριστιανός τις κατ΄ἄλλους ….τίς ευρισκόμενος εἰς ἐν κατάστημα ἒκλεψεν έν πεντάδραχμον και ἵνα μή ἀνακαλυφθῇ ἐκρυψε τοῦτο ἐπιτηδείως ἐντός τῶν σπλάγχνων (σπάραχνον) ἰχθύου…… ἐκράτει εἰς χείρας του ὅταν δε ἀνεχώρησε καί ἐβάδιζεν εἰς ἄλλον δρόμον συναντᾶ τόν παπᾶ Μπασιᾶν , όστις τόν σταματᾷ ἀποτόμως και έξάγει τό πεντάδραχμον ἀπό τον ἰχθῦν καί λέγει « τι εἶνε αὐτό ποῦ ἒκαμες εὐλογημένε; πήγαινε γρήγορα καί δός το ξένον πρᾶγμα , ἢ ἂν ἐντρέπεσαι τό δίδω ἐγώ.»
4) Προεῖπεν είς τήν μητέραν τοῦ διασήμου χειρουργοῦ Μ. Γερουλάνου ὅτι θα γεννήσῃ τρία ἂρρενα καί τρία θήλεα· και ἂρρενα ποῦ ήσαν ό Μαρῖνος, ό Νικόλαος και ό Γεώργιος ὅστις ἀπέθανε… θήλεα δε….
5) Μίαν Τετάρτην εἷς χωρικός φιλοξενῶν ξένους εἰς τήν οἰκίαν του ἒφαγε καί αὐτός καίτοι νηστεύων ὁλίγον τυρόν. Μετά τρεῖς ἠμέρας ὁ χωρικός αῠτος ἧλθεν εἰς Ληξούριον ταῦτον ἰδών ὁ παπᾶ Μπασιᾶς λαμβάνει τεμάχιον τυροῦ καί πλησιάσας αὐτόν τῷ λέγει πολλάκις «φάε μωρέ τυρί φάε……».
6) Εἰς έτερον χωρικόν ἐδόθῃ ἡ ……..(νοβητά) ὅτι ὅ ὑιός του ἐνυμφεύθη μίαν πόρνην . Ὁ χωρικός τότε ἒρχεται ἐκ τοῦ χωρίου εἰς το Ληξούριον ἵνα αὐτοκτονήσῃ καί ἐν ώ ἐκᾶθητο εἰς ἐν καφενεῖον περιμένων τό μεσονύκτιον πρός ἐκτέλεσιν τοῦ σχεδίου τον πλησιάζει αὐτόν ὁ παπᾶ Μπασιᾶς και τῷ λέγει λακωνικώς «Γιάννη Διονύσης ψέμματα» ἡτοι Γιάννη ὅσα ἒμαθες διά τόν ὑιόν σου Διονύσιον ἧσαν ψέματα. Καί ἀπό ἐκείνης τῆς στιγμῆς ὁ ἂνθρωπος μετέβαλε γνώμην και ἐφρόντησε ἵνα ἀνακαλύψῃ τήν ἀλήθειαν.
7) Εἰς ελθών ποτε εἰς οἰκίαν τινά ἐν Ἀργοστολίῳ ὁ παπᾶ Μπασιᾶς ἒρρηπτε κατά γῆς τά προσκεφάλαια και τάς σινδόνας κ.τ.λ. λέγων «μαῦρα! μαῦρα! αὒριον!!!» τήν ἐπομένη ἡμέραν λαμβάνει τηλεγράφημα ή οἰκοδέσποινα ότι ἀπέθανεν ὁ ἀδελφός της ἐκ συγκοπῆς τῆς καρδίας.
8) Ὁ Μητροπολίτης των Ἀθηνῶν Γερμανός ἐπίσκοπος ὢν τότε Κεφαλληνίας διέταξε ἀφ’ έσπέρας ἵνα έτοιμασθῇ ἡ ἀμαξά του διά την ἐπομένη πρωΐαν, κατά τήν ὁποίαν ἐσκόπευεν ἵνα μεταβῇ καί ἐξομολογηθῇ ἐνώπιον τοῦ παπᾶ Μπασιᾶ ἀλλ’ οὗτος τήν ἐπομένην λίαν πρωΐ κρούει τήν θύραν τοῦ δωματίου τοῦ Γερμανοῦ λέγων «ἒλα – ἒλα ἦρθα τι θα μοῦ πῇς».
9) Πολλάκις ἐν καιρῷ θυελλώδους νυκτός μετέβαινον εἰς τό ἐξωκλήσιον τῆς Άγ Ἂννης ἀπέχον ημἰσειαν περίπου ὥραν πρός νότον τοῦ Ληξουρίου καί ἐν τῷ οποίῳ ἐτάφησαν οἱ κατά τό 1850 ὑπό χολέρας θανόντες ἐπι τῶν τάφων τῶν οποίων κρατῶν φανόν ἀναγίνωσκε τρισάγιον. Ὡς τη τούτον δε ἐγεννήθη ὑποψία εἰς τήν Ἀγγλικήν ἀστυνομίαν ὅτι τυμβωρύχαι κλέπτουσι τούς νεκρούς ή δε ἀστυνομία παραφυλάξασα ἀνεκάλυψε κατά θυελλώδη και βροχερωτάτην νύκτα τόν παπᾶ Μπασιᾶ ἐντελώς ἂβροχον καί μετά τοῦ φανοῦ του ἐκτελοῦντος τό παρημελημένον ἐκείνο καθήκον.
10) Χωρικός τις ἀγοράσας ίχθῦς ἒκλεψε και ἔνα. ὅτε δε μετέβαινεν εἴς τό χωρίον του συναντᾷ τό παπᾶ Μπασιᾶν ὅστις ἐξάγει ἐκ τοῦ μανδηλίου τοῦ χωρικοῦ τον κλαπέντα ἰχθύν καί κτυπῶν και πατῶν αὐτόν κατά γῆς ἔλεγεν πολλάκις «αὐτό δέν εἶνε ἰδικόν σου…»*
* (Ήταν ο Σανιτᾶς ἀπό το Βουνί με τά ψάρια).
«Ἀνθίμη Πασχάλη ή νῦν ἠγουμένη τῆς Μονῆς λεπέδων ἀπό μικρά ἒτρεφεν Ἱερόν ζήλον καί όταν ἧτο 11 ἐτῶν ὁ παπᾶ Μπασιᾶς τῆς είπε το «Άγγελικόν σχῆμα εἶναι δόξα θεοῦ»
Ἡ μητέρα της Ἀικατερίνη Πασχάλη μεταβαίνον εἰς ἐπίσκεψιν τῇ κ. Ἰωάν. Δελλαπόρτα συνήντησε τόν παπᾶ Μπασιᾶ καί τῆς ἒβαλε είς τό στόμα τρία κουκουνάρια ἀπό μόσπολες καί αὑτή δέν ἥθελε· ἡ γυναικαδέλφη τῆς ή παπαδιά τοῦ παπᾶ Πασχάλη τῆς εἴπε βάλτα εἰς τό στόμα σου θά εἶνε γιά καλό. τά ἒβαλε και τότε τῆς είπε, τρία ἀρσενικά και ἒκαμε τόν Σταῦρος ο Ἀνδρέας και λάμπρος. Καί ἄλλη φοράν τοῦ εἶπε σταύρωσε καί τήν κοιλιά σε παιδί τοῦ θεοῦ καί ἦτο κορίτσι
Όταν έφυγαν πῆγε ἡ ἠγουμένη μέ ἄλλες δύο καλόγραιας καί ἡτο σκεπασμένος ἡ Ζακυνθία καί η Ὑμνωδία ἀλλ’ ἡ πρώτη δέν πήγε διά τόν Π.Μ.
ἀλλά διά 50 ταλλ.τα χρεωστούμενα διά να τον καταγγείλῃ –ε! Ἀπό τά λέπεδα εἵστε. ήγουμένισσα εἶνε η Ἀγ. Παρασκευή
Ἕπειτα ε καλογεῖροι καί καλόγραιαιας δέν πρέπει νά πηγαίνουμεν εἰς τά δικαστήρια διότι εἶπε ὁ Χριστός εάν σοῦ πάρουν το ξώρασο νά δώσεις καί τό σώρασο.
Και αὑτή ἀνελύθη εἰς δάκρυα.
Μια καλογ. Λεπέδων ἡ Βικεντιά εἶχε την ……(τάυσαν) εἱς το στόμα της και ἐπεθύμησεν ἕνα Ψάρι το Σάββατον. Καί τήν Κυριακήν (ο παπάς) ἐπέρασε ἀπό το σπίτι τῆς Ἡγουμένης καί τῆς εἶπε «πάω στα λέπεδα να λειτουργήσω» καί ἐξώκησεν ἀπό την παραλία τῶν Λεπέδων ἕνα ψάρι καί το ἔρριψεν εἰς το κελί τῆς Βικεντίας».