Του Γεράσιμου Ιλινόιου-Τσουρούφλη
Οι γραμμές αυτές συντάσσονται λίγες εβδομάδες μετά την τραγική κατάληξη της υπόθεσης του νεαρού Βαγγέλη Γιακουμάκη. Η είδηση που συντάραξε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, ήταν η αφορμή να ξεκινήσει ένας κύκλος αναζήτησης ευθυνών με συζητήσεις επι συζητήσεων σε τηλεοπτικά studio, ραδιοφωνικές εκπομπές και ιδιωτικές συναντήσεις.
Είναι όμως η πρώτη φορά που ένα τέτοιο γεγονός προκαλεί σειρά εξελίξεων; Είναι η πρώτη φορά που ειδικοί καλούνται να τοποθετηθούν επι του ζητήματος και οι αρμόδιοι να ενεργήσουν, ώστε να αποφευχθεί η επανάληψη ενός δυσάρεστου συμβάντος; Ας είμαστε ειλικρινείς: σίγουρα δεν είναι η πρώτη φορά –πρέπει όμως να είναι η τελευταία.
Το δίχως άλλο, έχουμε το κακό συνήθειο (του γράφοντος συμπεριλαμβανομένου) μετά το ισχυρό ταρακούνημα ενός γεγονότος να εναποθέτουμε την ευθύνη της δράσης «στους άλλους». Σε μεγάλο βαθμό, η ευαισθητοποίηση και το ενδιαφέρον μας αγγίζουν όσο διαρκεί η επικαιρότητα της είδησης, ενώ σε βάθος χρόνου ατονούμε οδηγούμενοι στην αδράνεια. Έρχεται όμως η στιγμή που η αδράνεια αυτή ενεργοποιείται πάλι , με αφορμή ένα νέο δυσάρεστο γεγονός.
Η περίπτωση άσκησης βίας σε νεαρή ηλικία, όπως αναδείχθηκε μέσω του άτυχου Βαγγέλη δεν είναι η πρώτη. Ο εκφοβισμός από την πρώιμη κι΄ όλας σχολική ηλικία αποτελεί σκληρή πραγματικότητα, κάτι που όσο αρνούμαστε να παραδεχτούμε τόσο θα εντείνεται ως κοινωνικό φαινόμενο. Ξεκινώντας από «μικρογραφίες της κοινωνίας» όπως η οικογένεια, το σχολείο και οι παρέες, μπορούμε να περιορίσουμε το φαινόμενο αποτρέποντας τις αρνητικές συνέπειες που μπορεί να εκδηλωθούν στο μέλλον.
Είναι η στιγμή που οφείλουμε να πούμε «τελευταία φορά» και να το εννοούμε. Το χρωστάμε στον Βαγγέλη.
*Το κείμενο προέκυψε μετά από συζήτηση στο πλαίσιο του μαθήματος «Δημοσιογραφία και Δημόσιος Λόγος». Ο δε τίτλος ανήκει ως έμπνευση της στιγμής στον καθηγητή εφαρμογών Άρη Κουμπαρέλη.