Έχω μια οφειλή προς όσους ψήφισαν «Ριζοσπάστες Ξανά» και προς όλους τους Κεφαλονίτες. Πρέπει να δώσω μια δημόσια απάντηση σε όσους προφορικά ή γραπτά μου καταλόγισαν ευθύνες, προσπαθώντας να καλύψουν τις δικές τους ενοχές, για ένα αποτέλεσμα που δημιουργεί νέα δεδομένα:
Ως σήμερα, είχαμε επαγγελματίες πολιτικούς που εξυπηρετούσαν επιχειρηματικά συμφέροντα. Τώρα πια, οι ίδιοι οι επιχειρηματίες ανέλαβαν να διαχειριστούν την τοπική εξουσία, αδιαφορώντας για τα προβλήματα του κόσμου και την ανθρωπιστική καταστροφή.
Και η συνεισφορά του Θόδωρου Γαλιατσάτου στην εδραίωση μιας επιχειρηματικής τάξης πραγμάτων στην πολιτική ηγεσία της Κεφαλονιάς είναι μεγάλη. Και η ευθύνη των μελών της Ν.Ε. και όλων των μελών του ΣΥΡΙΖΑ στην Κεφαλονιά, είναι ακόμα μεγαλύτερη. Νομιμοποιούν, με την ψήφο τους, το «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», όταν ο σκοπός είναι, ιδιαίτερα, θολός και αφήνει απ’ έξω την τραγική κατάσταση της πλειοψηφίας των συμπατριωτών μας.
Στον τοπικό ΣΥΡΙΖΑ υπάρχουν δύο διαφορετικές καταστάσεις ανθρώπων:
– Αυτοί που βρέθηκαν τα τελευταία 4 χρόνια στους δρόμους, στις πλατείες και στις πρωτοβουλίες αντίστασης των πολιτών.
– Και αυτοί που ήταν απόντες, χτίζοντας «κοινωνικές συμμαχίες» με τον κόσμο της διαπλοκής και της συγκυβέρνησης.
Οι δεύτεροι νίκησαν. Αλλά ποιος ηττήθηκε; Ο μόνος που φαίνεται να είναι ηττημένος είναι ο άνεργος, ο οφειλέτης, ο ανασφάλιστος, που δεν έχουν δική τους φωνή στο Δήμο και την Περιφέρεια. Αυτό φάνηκε στην πράξη και θα συνεχίσει να φαίνεται, όσο η πλειοψηφία των μελών του ΣΥΡΙΖΑ δεν συμπαρατάσσεται με τους κατατρεγμένους. Η διακυβέρνηση ενός τόπου δεν είναι αυτοσκοπός. Δεν έχει λόγο ύπαρξης, όταν εξυπηρετεί μόνο προσωπικά συμφέροντα και δεν οργανώνει τη μαζική και ενωτική αντίσταση του λαού.
Το ποιοι δεν εμφανίστηκαν ποτέ εκεί που ο λαός έδινε τις μάχες του είναι γνωστό σε όλους.
Τα αίτια της «ήττας»:
Το 10% εκλαμβάνεται από κάποιους, ως ήττα των «Ριζοσπαστών Ξανά», του ΣΥΡΙΖΑ και εμένα προσωπικά.
Κατ’ αρχήν, έγραψα ποιοι, πραγματικά, ηττήθηκαν. Ας δούμε πώς προέκυψε το συγκεκριμένο αποτέλεσμα και κατά πόσο ήταν «ήττα».
Από το 2010, που ξεκίνησε η κρίση, πρωτοβουλίες πολιτών ξεκίνησαν διάλογο για κοινή τοπική δράση, συμπεριλαμβανομένης της ενωτικής συμμετοχής στις εκλογές. Στις τοπικές εκλογές του 2010, η τότε και σημερινή ηγεσία του τοπικού ΣΥΡΙΖΑ υπονόμευσε την αυτόνομη κάθοδο ενός ενωτικού ψηφοδέλτιου, για να μπορεί στηρίξει τον Θεοφ. Μιχαλάτο.
Από τότε, απείχε από κάθε διαδικασία και προσπάθεια αντίστασης.
Μετά τις εκλογές του 2012, όπου ο ΣΥΡΙΖΑ στην Κεφαλονιά έγινε πρώτη πολιτική δύναμη, διαμορφώθηκαν ευνοϊκές συνθήκες για μια συνεννόηση με τις δυνάμεις της αντίστασης, οι οποίες είχαν λάβει και οργανωτική μορφή:
«Διάλογος-Διάδραση, «Μελάμπους», «Έστω», «Αποφασισμένοι στην Κεφαλονιά»(οφειλέτες), «Κίνημα χωρίς μεσάζοντες», «Εναλλακτικό Δίκτυο Κοινωνικής Οικονομίας Κεφαλονιάς, “Ελάτη”», «ΙΝΚΑ Κεφαλονιάς», «Τραβέρσο», «Ομάδα ανταλλαγής σπόρων», «Ριζοσπαστική Πρωτοβουλία Κεφαλονιάς για τους υδρογονάνθρακες», «Πρωτοβουλία για τη στήριξη της Καμπάνας» κ.ά.
Οι διάφορες ομάδες, είτε συνομιλούν μεταξύ τους είτε τα ίδια πρόσωπα συμμετέχουν σε περισσότερες από μία ομάδες, συζητώντας και για μια παρουσία στις δημοτικές εκλογές. Σε όλες τις πρωτοβουλίες συμμετείχαν ενεργά, με σημαντικό ρόλο, μέλη και ψηφοφόροι του ΣΥΡΙΖΑ. Αλλά ήταν μόνοι, με τη μονοπρόσωπη κομματική ηγεσία να απουσιάζει και δίχως κομματική άποψη για το τι μέλει γενέσθαι. Η τοπική «καθοδήγηση» του ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε εξέφρασε άποψη για τα τεκταινόμενα και για τη σχέση που έπρεπε να έχει το κόμμα με αυτές τις πρωτοβουλίες. Ήταν σαν να μην υπήρχαν.
Αντ’ αυτού, παρέλασαν από τις κομματικές εκδηλώσεις του ΣΥΡΙΖΑ σωρεία προσώπων, που ήταν φανερό ότι ήθελαν να λάβουν το «χρίσμα» του υποψηφίου δημάρχου. Τα ονόματα είναι γνωστά και κατά καιρούς εμφανίστηκαν στα τοπικά ΜΜΕ, ως υποψήφιοι δήμαρχοι του ΣΥΡΙΖΑ. Ήταν φανερό ότι κάποιος έταζε σε κάποιους την καρέκλα του «υποψηφίου δημάρχου». Το διέδιδαν και οι ίδιοι. Μόνο που στη Ν.Ε. δεν ετέθη ποτέ το θέμα. Γι’ αυτό μιλώ για την «αρχή του ενός ανδρός».
Τον Οκτώβρη του 2013, μετά από 4 χρόνια, δίχως κριτική στην υπάρχουσα δημοτική αρχή και τα έργα της. η τοπική ηγεσία έκαμε την πρώτη της κομματική εμφάνιση με θέμα «αυτοδιοικητικές εκλογές». Χωρίς, επισήμως, να έχουν συζητηθεί ταχτικές και στρατηγικές για ευρύτερες συμμαχίες και ένα τοπικό πολιτικό σχέδιο. Η έναρξη της προεκλογικής εκστρατείας ήταν μια τυπική διαδικασία διεκπεραίωσης.
Αποκορύφωμα της αποδόμησης των δυνατοτήτων του ΣΥΡΙΖΑ, για μια αποτελεσματική παρουσία στις δημοτικές εκλογές, ήταν η πανολομέλεια για την επιλογή υποψηφίου δημάρχου. Φτάσαμε σε αυτές τις διαδικασίες, «με τραβηγμένο το χαλί κάτω από τα πόδια». Καλούμασταν να αντιμετωπίσουμε σε 2 μήνες τα 4 χρόνια αδράνειας και ανακολουθιών. Αλλά, ακόμα και τώρα, αυτό έπρεπε να υπονομευθεί:
Ο συντονιστής της Ν.Ε. και Πρόεδρος της διαδικασίας, Θ. Γαλιατσάτος, με προσωπική ευθύνη, συμπεριέλαβε στη διαδικασία της ψηφοφορίας τρία άτομα, που δεν είχαν δηλώσει, γραπτώς, την επιθυμία τους να είναι υποψήφιοι. Φυσική αντίδραση σε αυτή την ενέργειας ήταν να ακολουθήσουν σωρεία καταγγελτικών δηλώσεων και άρθρων, για τη «δημοκρατικότητα» των διαδικασιών.
Το «χρέος» του Θόδωρου Γαλιατσάτου είχε ολοκληρωθεί. Μόνο που δεν ήταν το χρέος που όφειλε απέναντι στην οργάνωση και το λαό. Δια πράξεων και παραλείψεων, είχε φροντίσει για την απαξίωση του κόμματος και της όποιας υποψηφιότητας.
Ουδείς, από αυτούς που παρέλασαν από τις διαδικασίες του ΣΥΡΙΖΑ ή «αναγορεύθηκαν», κατά καιρούς, «υποψήφιοι δήμαρχοι», βρέθηκε δίπλα στον ΣΥΡΙΖΑ, όταν ήρθε η ώρα της τελικής μάχης.
Από εδώ και πέρα, αρχίζει η δική μου εμπλοκή, ως υποψηφίου δημάρχου, γνωρίζοντας το τι θα ακολουθήσει, τι θα χρεωθώ και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα.
Οι προσωπικές μου απόψεις, για το πολιτικό περιεχόμενο μιας εκλογικής αναμέτρησης έχουν καταγραφεί, τόσο σε δημόσιες παρεμβάσεις, όσο και σε εσωκομματικές διαδικασίες(υπάρχουν καταγεγραμμένες).
Ήταν και είναι: Μια πολιτική οργανωμένης αντίστασης και ενότητας, στη βάση των κοινών συμφερόντων όλων όσων πλήττονται από την κρίση. Με ανοιχτές δημοκρατικές διαδικασίες, που θα απέκλειαν κάθε κατηγορία καπελώματος και απόπειρα εξυπηρέτησης προσωπικών συμφερόντων.
Τίποτε από αυτά δεν είχε γίνει και η οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ είχε δύο λύσεις:
– Να αποφασίσει τη μη συμμετοχή της στις δημοτικές εκλογές και να απομείνει μοναδική επιλογή για τα μέλη και τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν τους στυλοβάτες της συγκυβέρνησης, διαταγμένους σε τρία ψηφοδέλτια.
– Να δώσει τη μάχη της, επιδιώκοντας, έστω και την ύστατη στιγμή, να υπάρξει μια ψήφος αξιοπρέπειας για όσους διαφωνούν με την κυβερνητική πολιτική.
Ως γνωστόν, επέλεξε το δεύτερο και μου ανατέθηκε να διεκπεραιώσω το δύσκολο έργο. Όλη η οργάνωση κι εγώ προσωπικά, γνωρίζαμε το αποτέλεσμα. Για κάποιους ανθρώπους, το 10% δεν είναι ήττα. Ήταν προτιμότερο από το 0%. Η οργάνωση επέλεξε να δώσει μια ψήφο, για την οποία δεν θα ντρέπεται. Στον λίγο χρόνο, εξαντλήσαμε όλα τα στενά περιθώρια διαλόγου, για συνεργασίες της ύστατης στιγμής. Δεν είναι μόνο δική μου ή του ΣΥΡΙΖΑ η ευθύνη για την μη πραγματοποίηση τους. Οι μόνιμοι θαμώνες των κομματικών εκδηλώσεων, που βρέθηκαν σε ψηφοδέλτια της συγκυβέρνησης, οφείλουν τις δικές τους εξηγήσεις .
Ας πάψουν τα μισόλογα, όσοι, μετά τις εκλογές, λένε «εμείς σας προτείναμε συνεργασία». Να πουν, δημόσια, σε ποιον την πρότειναν, γιατί γνωρίζουν ότι σε εμένα δεν την πρότειναν. Δεν θα εμπλακώ στη φιλολογία των «μυστικών συμφωνιών». Όσοι τις έκαμαν γνωρίζουν και ο λαός, επίσης, γνωρίζει και μιλά. Εγώ, προσωπικά, δεν τα είπα ποτέ, πριν τις εκλογές. Κι ας μου το καταλογίζει η απόφαση της Ν.Ε., η οποία ρίχνει ευθύνες:
«4. στην απουσία ευρύτερων συμμαχιών,
5. στην μη ταύτιση του από πολιτική άποψη με τον ΣΥΡΙΖΑ τόσο λόγω της στήριξης του από συμπολίτες που ανοικτά και δημόσια κατέκριναν το κόμμα μας όσο και λόγω πολιτικών θέσεων που διακηρύκτηκαν από το ψηφοδέλτιο ( κοπή τοπικού νομίσματος),
6. και φυσικά στην επιτελική ομάδα που δημιουργήθηκε και η οποία δεν μπόρεσε να στηρίξει επαρκώς τόσο την συγκρότηση του ψηφοδελτίου όσο και θέματα τεχνικού χαρακτήρα που είχαν σαν αποτέλεσμα την απόρριψη μέρους των υποψηφίων η την τοποθέτηση άλλων σε άσχετες περιοχές.
Η προσπάθεια που έγινε να μετατεθούν οι ευθύνες για την εικόνα αυτή σε συντρόφους του Περιφερειακού ψηφοδελτίου με απόδοση και πρόθεσης για κτύπημα των Ριζοσπαστών Ξανά υπέρ άλλων δημοτικών ψηφοδελτίων, η διασπορά φημών (και μέσω του διαδικτύου) για «ανταλλαγή» ψήφων ήταν κομματικά και πολιτικά απαράδεκτη, εμπόδισε την συσπείρωση των κομματικών δυνάμεων στον κοινό στόχο, εμπόδισε την ΝΕ να λειτουργήσει σε κρίσιμες στιγμές , δηλητηρίασε τις σχέσεις μεταξύ μας και οπωσδήποτε επηρέασε αρνητικά την εκλογική επίδοση μας».
(απόσπασμα από την απόφαση της Ν.Ε.)
Για το 4:
Σίγουρα, δεν επεδίωξα «ευρύτερες συμμαχίες» με τις τοπικές καθεστωτικές δυνάμεις. Και, σίγουρα, δεν κέρδισε η ΑΝΑΣΑ, επειδή έκαμε συμμαχία με τους διασπασμένους ΑΝΕΛ και την ανύπαρκτη «Πολιτική Συμφωνία». Η νίκη της ήταν αποτέλεσμα των πολυδιάστατων συμμαχιών του Θόδωρου Γαλιατσάτου, όπως αυτή εκφράστηκε και με υποψήφιους του Περιφερειακού ψηφοδέλτιου που στήριζαν, φανερά, τα ψηφοδέλτια της συγκυβέρνησης.
Για το 5:
Οι θέσεις μου ήταν γνωστές, πριν την επιλογή μου, ως υποψήφιου δημάρχου. Και τέθηκαν και υπόψη συντρόφων, πριν εκδοθούν, δίχως να υπάρξουν αντιρρήσεις. Ουδείς, εντός και εκτός ΣΥΡΙΖΑ, πλην του ΚΚΕ, έκαμε αναφορά ή επίκριση στις πολιτικές θέσεις των «Ριζοσπαστών». Να μας πουν ο συντονιστής και η Ν.Ε. σε ποια σημεία των πολιτικών θέσεων του δημοτικού ψηφοδέλτιου διαφωνούν.
Η αναφορά στην «κοπή τοπικού νομίσματος» δεν υπάρχει στις θέσεις μας. Είναι επινόηση και ανακάλυψη του συντονιστή, που, άκριτα, υιοθέτησαν οι «αδιάβαστοι» της Ν.Ε.. Οι «Ριζοσπάστες Ξανά», για το θέμα έχουν γράψει: “…επειδή γνωρίζουμε πώς παίζεται το παιχνίδι της εξαθλίωσης των λαών και της υποδούλωσης των κρατών: Το χρήμα είτε ευρώ είτε δραχμή, να γίνει δημόσιο εργαλείο, δημοκρατικά διαχειριζόμενο. «Λεφτά υπάρχουν», αλλά τα δημιουργούν, τα διαχειρίζονται και τα δανείζουν, μονοπωλιακά, οι τραπεζίτες“.
Κι αν δεν ξέρουν τι θα πει «παράλληλο νόμισμα», να φροντίσουν να μάθουν. Πρόκειται για έναν από τους τρόπους αντιμετώπισης της κρίσης από το του λαό.
Μόνο ως αστειότητα, μπορεί να διατυπωθεί ότι η ΑΝΑΣΑ κέρδισε τις εκλογές «γιατί είχε θέσεις ΣΥΡΙΖΑ». Οι 7 από τους 11 υποψήφιους της ΑΝΑΣΑ δεν ήταν ΣΥΡΙΖΑ. Μόνο ως ανέκδοτο, μπορεί να λεχθεί ότι στις δημοτικές εκλογές έγινε μάχη προγραμμάτων και θέσεων. Γράψατε, μετά από δική μου παρέμβαση, ότι η εκλογική απήχηση των «Ριζοσπαστών Ξανά» οφείλεται:
« 2. στο γεγονός ότι η οργάνωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν αντίστοιχη σε αριθμό, εμπειρία και γνώση με το απότομο εύρος της εκλογικής του δύναμη, σε αντίθεση με τις πελατειακές δυνατότητες που ανέπτυξαν οι άλλοι συνδυασμοί και οι παλαιοκομματικοί τοπάρχες τους.
3. στην χαλαρή σύνδεση της οργάνωσης μας με την κοινωνία και τους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ, πράγμα που επέτρεψε την λεηλασία του χώρου μας από τις πελατειακές δυνάμεις των παλαιοκομματικών».
Η ανακολουθία και η αντίφαση των κειμένων σας είναι προφανείς και έγινε, για να θολωθεί η πραγματική αιτία του εκλογικού αποτελέσματος.
Οι Ριζοσπάστες Ξανά παρουσίασαν ένα πολιτικό πρόγραμμα, που μπορεί να αγκαλιάσει το όλον του πληθυσμού που υποφέρει, πέρα από ιδεολογικές και κομματικές διαφορές και χωρίς να ακυρώνει την κομματική ένταξη ή την πολιτική πεποίθηση οποιουδήποτε.
Για το 6:
Την ευθύνη όλων, που αναγνωρίζει στις παραγράφους 2. και 3., την επαναφέρει ως προσωπική μου ευθύνη. Η χρήση «δύο μέτρων και δύο σταθμών» για αξιολόγηση των ίδιων πραγμάτων δείχνει μεροληψία και κακή πρόθεση.
Ο υπεύθυνος για την μερική ακύρωση του ψηφοδελτίου έχει δηλώσει στη Ν.Ε. ότι «μπορεί να έκανα και λάθος». Και σε ραδιοφωνική εκπομπή, με τον κ. Φώτη Χαλιώτη, «είδα το ψηφοδέλτιο κάτω από πίεση χρόνου».
Τα λάθη είναι ανθρώπινα, αλλά κάποιοι, για δικούς τους λόγους, προσπαθούν να τα καταλογίσουν σε άλλους.
Για την τελευταία παράγραφο:
Ενώ όλοι, εχθροί και φίλοι, μιλούσαν για «συμφωνίες κάτω από το τραπέζι», εγώ σε όλη την προεκλογική περίοδο σιώπησα και το χρεώθηκα.
Όσα έλεγε ο λαός, έχουν συνοψιστεί σε κείμενο από μέλος αντίπαλου ψηφοδέλτιου(Φι.Κ.Ο.):
«Όλη η νήσος βοούσε προεκλογικά ότι ο ΣΥΡΙΖΑ έχει διασπαστεί σε «Σύριζα εσωτερικού» και «Σύριζα εξωτερικού». Στη σκέψη κάθε Κεφαλονίτη ήταν ο φημολογούμενος ρόλος του κ. Γαλιατσάτου ως «φυτεύματος» του κ. Λυκούδη. Γιατί ουδείς εκ των «Ριζοσπαστών» δεν διέψευσε ή επιβεβαίωσε ευθέως τη φήμη;; Γιατί το πρόβλημα αναφέρεται τώρα, κατόπιν εορτής, ακροθιγώς, μόνο και μόνο για να καταλήξουμε στο ΦΙ.Κ.Ο. φταίχτη; Φταίχτη γιατί τόλμησε να μπει σε ξένα χωράφια, αυτά των «επαγγελματιών» πολιτικών;;
Μήπως, λέω μήπως, οι «Ριζοσπάστες Ξανά» (εσωτερικού) φοβούνται να χαλάσουν την «ενότητα» (μαύρη ενότητα) του ΣΥΡΙΖΑ, τώρα, που πλέει πλησίστιος προς την πολυπόθητη Κυβέρνηση και γι αυτό κύπτουν την κεφαλή προς φάπα;;»
Κάτω από την πίεση των ερωτήσεων εκπροσώπων των ΜΜΕ και του λαού, το μόνο που είπα, για να μην με περνάνε για αφελή, ήταν:
«θα αποδοθούν ευθύνες σε εχθρούς και φίλους».
Αυτό κάνω σήμερα, ως χρέος κάθε προσώπου που εμπλέκεται στα κοινά. Δεν ανήκω στους επαγγελματίες πολιτικούς, για να σωπαίνω. Η Ν.Ε. απέδωσε ευθύνες σε μένα, ενώ κάποια από τα μέλη της άλλα έλεγαν έξω από αυτήν και πριν υποταχθούν στις επιλογές του ενός ανδρός. Οι «νηφάλιες» δημόσιες τοποθετήσεις ξεχάστηκαν και όλοι μαζί(πλην ενός) ταυτίστηκαν με την αναζήτηση «εξιλαστήριου θύματος» και «αποδιοπομπαίου τράγου».
Σε κάθε μάχη, αυτοί που χάνουν δεν σημαίνει ότι έχουν κι άδικο.
Οι «Ριζοσπάστες Ξανά», με την παρουσία τους στις δημοτικές εκλογές, αποκάλυψαν την έκταση της διαπλοκής του τοπικού πολιτικού παραγοντισμού. Χωρίς αυτούς όλα θα ήταν «μία από τα ίδια» και «καλά καμωμένα». Οι μάσκες έπεσαν και υποχρεώθηκαν να δράσουν φανερά και σε συνεργασία σε κάθε γωνιά της Κεφαλονιάς. Κι εγώ έχω ακόμα φωνή:
Η πολιτική έχασε στη μάχη που έδωσε με τους διαχειριστές της εξουσίας, τις ανήθικες συναλλαγές, την εξαγορά συνειδήσεων, τις ποικίλες προσωπικές εξυπηρετήσεις, την αδιαφανή και προκλητική διαχείριση του δημόσιου χρήματος. Ο κόσμος, και με δική μας ευθύνη και στο μέτρο των δυνατοτήτων και του χρόνου που είχαμε, δεν πείστηκε ότι ο Δήμος μπορεί να αποτελέσει εργαλείο επίλυσης ατομικών και συλλογικών προβλημάτων και ισχυρό ανάχωμα απέναντι στην κυβερνητική επίθεση εξαθλίωσης του λαού.
Και η πλειοψηφία της Ν.Ε. συμβάλει στην πολιτική νομιμοποίηση και παγίωση αυτής της ξένης προς τα συμφέροντα του λαού αθλιότητας.
Θεωρώ ότι κάποιοι, που λένε ότι ανήκουν στην «αριστερή αντιπολίτευση» μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ, είναι μέρος του συστήματος που οδηγεί το λαό στην εξαθλίωση και τον εγκαταλείπει στην τύχη του.
Η ιστορία θα κρίνει αν οι πράξεις και οι παραλείψεις του καθένα μας είναι απλά λάθη ή οφείλονται σε πρόθεση. Θα είναι, όμως, πολύ αργά, όταν οι πολιτικές και ιδεολογικές συγγένειες στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ οδηγήσουν το κόμμα σε μια διακυβέρνηση καταστροφικής υποτέλειας. Μετά τις εκλογές, εμφανίστηκαν αιτήσεις εγγραφής μελών στον ΣΥΡΙΖΑ, από υποψήφιους των ψηφοδελτίων της συγκυβέρνησης. Για να συνεχιστούν και να ολοκληρωθούν οι «ευρύτερες συμμαχίες» και μέσα στο κόμμα. Για να δικαιωθούν όσοι τις επιθυμούν, αλλά και όσοι τις αποκάλυψαν. Είναι ευθύνη των μελών του να μην αφήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ να γίνει το «νέο ΠΑΣΟΚ», που άλλα έταζε και άλλα έκανε. Αν αποτύχει ο ΣΥΡΙΖΑ, θα ζήσουμε τον απροκάλυπτο φασισμό και, μάλιστα, με την ψήφο του απελπισμένου λαού.
Προσωπικά, θεωρώ ότι έχω κάμει το χρέος μου. Και θα συνεχίσω να το κάνω.
Όσο η εξαθλίωση συνεχίζεται, θα υπάρχει πάντα η ανάγκη για Ριζοσπάστες.
Οι «Ριζοσπάστες Ξανά» ήρθαν για να μείνουν και να μεγαλώσουν την πολιτική δύναμη των ανθρώπων που απειλούνται ή βρίσκονται σε κατάσταση καταστροφής. Προτείνουν ενότητα και οργάνωση, μόνο στη βάση των κοινών μας συμφερόντων.
Όλοι μαζί μπορούμε,
να υπερασπιστούμε όσα απειλούνται,
να διεκδικήσουμε αυτά που μας έκλεψαν και αυτά που θέλουμε,
να χτίσουμε όσα μπορούμε.
Η ευθύνη όσων δε συμμετάσχουν είναι δική τους.