Του Ναπολέοντος Λιναρδάτου
Αυτές τις μέρες οι δικαστές του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) καλούνται να απαντήσουν σε ένα βασικό ερώτημα. Και το ερώτημα αυτό είναι αν η δια νόμου κατάργηση του Συντάγματος είναι εφικτή. Ο περιβόητος νόμος Παππά για την επιβολή ενός ολιγοπωλίου ενημέρωσης στην τηλεοπτική αγορά δεν είναι απλά ένας κακός νόμος, είναι ένας νόμος του οποίου η αποδοχή από το ΣτΕ θα σημαίνει ότι η εξουσία της κάθε κυβέρνησης είναι πέρα και πάνω από το σύνταγμα.
Ανήκω στην μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων που αντιπαθώ τα κανάλια και το τι παρουσιάζουν στους τηλεθεατές. Αυτό όμως που αντιπαθώ ακόμα περισσότερο από τα κανάλια, είναι η τυραννία μιας κυβέρνησης η οποία αποκτά το δικαίωμα να δρα ως ο μέγας έκνομος, παράνομα, και με την εξουσία και δύναμη της κρατικής μηχανής στην διάθεση της. Το έκνομο κράτος είναι ο εγκληματίας που στοχοποιεί θεμελιώδεις αρχές του πολιτεύματος.
Την προηγούμενη εβδομάδα όταν στο ΣτΕ ήταν υπό εξέταση το παραδεκτό των προσφυγών ο εισηγητής μπήκε στην ουσία της υπόθεσης υποστηρίζοντας την συνταγματικότητα του νόμου. «Έχουμε να σταθμίσουμε δύο αγαθά, είπε. Το πρώτο είναι η αδειοδότηση που δεν έγινε από το ΕΣΡ. Το άλλο είναι η ανάγκη ύπαρξης αδειοδότησης, η οποία επιβάλλεται από τη νομολογία του ΣτΕ από το 2010 με αλλεπάλληλες αποφάσεις του ανώτατου ακυρωτικού δικαστηρίου.»
Η παραπάνω διατύπωση έχει τεράστια σημασία μιας και υποδηλώνει την αντισυνταγματικότητα που ο εισηγητής ήθελε να καταρρίψει. Ο συνταγματικός νομοθέτης δεν διαχωρίζει την διαδικασία αδειοδότησης από την ύπαρξη αδειοδότησης καθ’ εαυτή. Εάν το θέμα ήταν ο ορισμός μιας τυπικής διαδικασίας ο νομοθέτης θα είχε φροντίσει για έναν απλό νόμο με τα συνήθη παραθυράκια. Όμως η όλη διαδικασία έχει παραχωρηθεί συνταγματικά σε μια ανεξάρτητη Αρχή ακριβώς για να αποφευχθεί μια εκτροπή όπως αυτή που επιχειρεί τώρα η κυβέρνηση. Το να μιλάμε για στάθμιση δύο αγαθών είναι ουσιαστικά σαν να αγνοούμε το γεγονός ότι χωρίς το πρώτο (διαδικασία από το ΕΣΡ) δεν μπορεί να υπάρξει το δεύτερο (αδειοδότηση).
Η συνταγματική αδειοδότηση δεν διαφέρει απλά τυπικά από την αδειοδότηση Παππά. Είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Το ΣτΕ καλείται να αποφασίσει αν η εκάστοτε κυβέρνηση έχει το δικαίωμα να δημιουργεί τετελεσμένα χρησιμοποιώντας νόμους που είναι ακριβώς αντίθετοι ως προς το πνεύμα και γράμμα του Συντάγματος.
Το ότι ο συνταγματικός νομοθέτης έχει δώσει την αρμοδιότητα σε μια ανεξάρτητη Αρχή για την σύσταση της οποίας απαιτείται ευρεία συναίνεση δεν ήταν ένα τυχαίο γεγονός. Ο στόχος ήταν να αποφευχθεί η περίπτωση όπου κάποια κυβέρνηση θα χρησιμοποιούσε την κοινοβουλευτική της πλειοψηφία για να φιμώσει ΜΜΕ που της ασκούν κριτική.
Το θέμα για το ΣτΕ είναι αν το Σύνταγμα είναι κάτι διαφορετικό από μια γενική και αόριστη διακήρυξη αρχών. Αν είναι δηλαδή ο θεμελιώδης νόμος, που μεταξύ άλλων, βάζει όρια στην εξουσία που μπορεί να ασκήσει το κράτος και η εκάστοτε κυβέρνηση. Αυτή δεν είναι μια θεωρητική έγνοια, αλλά η ειδοποιός διαφορά μεταξύ ενός αυταρχικού καθεστώτος και της φιλελεύθερης δημοκρατίας που θέλουμε να έχουμε.
Το άρθρο δημοσιεύτηκε στην εφήμεριδα Εστία στις 24.10.2016